Κοντά στους Τρικεριώτες, άνθρωποι διαφορετικοί από τους υπόλοιπους στο Πήλιο, φερμένοι από τη Μάνη και την Κρήτη και αργότερα από τη Μικρά Ασία, ο Άρης Σαρρηγιάννης βρήκε τη χαρά του. Εκεί, στα κτήματα του παππού, 250 στρέμματα στο σύνολο και 3.500 ελιές, ανακάλυψε τη μαγική δύναμη της φύσης, τα πρώτα υλικά για τα μαγειρέματά του, το κέφι για να τρυγήσει μέλι, να ανακαλύψει το «εργοτάξιο» των μελισσών και τις θαυματουργές τους ιδιότητες, να ποτιστεί από την αλμύρα της θάλασσας και να βγάλει «ωραία» προϊόντα, στην ώρα τους. Το λάδι και το μέλι του, ελιές, γύρη…
Το χωράφι, μία γη σπαρμένη από τη φύση με λαδανιές, πέτρες και θυμάρια, είναι γεμάτο από ελιές, αγριελιές και ήμερες. Ποτίζονται απ’ ό,τι φέρνει ο ουρανός, δεν τις αγγίζει κανείς, παρά τα πρόβατα και τα κατσίκια που λιπαίνουν με φυσικό τρόπο ό,τι πατούν και τρώγουν, μέχρι να έρθει η ώρα του μαζέματος και μετά, όταν ξαλαφρώσουν από το βάρος, αφήνονται να ξεκουραστούν για να ξαναγεμίσουν και ο κύκλος της ζωής να κάνει μία ακόμη γύρα.
Σαν έρθει η ώρα, από τις 15 Οκτώβρη και μετά, 4 άτομα, οι ίδιοι πάντα, φίλοι και συνεργάτες, οι άνθρωποι του «αλάδανο», μαζεύουν κάθε μέρα γύρω στα 800 κιλά ελιές.
Το πρώτο λάδι, το αγουρέλαιο, είναι το αγαπημένο του Άρη. Γεμάτο, νεαρό, πλούσιο σε πολύτιμα θρεπτικά στοιχεία, μυρωδάτο.
Την πρώτη ημέρα οργανώνεται η δουλειά και ελέγχονται τα μηχανήματα που θα «ταρακουνήσουν» τα δέντρα και θα ρίξουν τις ελιές για να μαζευτούν, να ξεχωρίσουν και να τοποθετηθούν.
Ο Σέργιος, ο Όλεγκ και ο Γιώργος δουλεύουν από το πρωί. Το βράδυ έχουν πια μαζέψει τα κιλά που πρέπει να μεταφερθούν για το ελαιοτριβείο. Τα έχουν τοποθετήσει στα τελάρα και τα έχουν βάλει στο φορτηγό για να πάρουν το δρόμο τους.
Στο πιστοποιημένο βιολογικό ελαιοτριβείο του Γιώργου Ευαγγελινού, όλα είναι συμφωνημένα. Τα μηχανήματα πλένονται, καθαρίζονται ώστε οι ελιές του «αλάδανο» να πλυθούν με καινούργια νερά, κρύα και αρχίζει η διαδικασία:
Πρώτα πλένονται οι ελιές, δυο, τρεις φορές με κρύο πόσιμο νερό για να καθαριστούν απ’ ό,τι περιττό.
Πάνω σ’ ένα διάδρομο οι ελιές προχωρούν στο σπαστήρα, για να «σπάσει», να τεμαχίσει την ελιά μετατρέποντάς την σε μικρά κομμάτια, χωρίς να τη λιώσει.
Στη συνέχεια, οι σπασμένες ελιές περνάνε στο μαλακτήρα, όπου σε χαμηλή θερμοκρασία (ψυχρή έκθλιψη – 18ο C έως 20ο C), τα 800 κιλά ελιάς δίνουν το χυμό τους. Σιγά, σίγουρα, φυσικά. Χωρίς το τελικό προϊόν να έχει στερηθεί τη γεύση, το άρωμα και τα θρεπτικά συστατικά που το κάνουν να ξεχωρίζει και να κατατάσσεται στο αγνό, εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο. Ο Άρης το περιμένει υπομονετικά όλο το βράδυ. Το πρωί, το παραλαμβάνει φρέσκο και δροσερό.